- ἀποκλιθέντα
- ἀποκλῐθέντα , ἀποκλίνωturn offaor part pass neut nom/voc/acc plἀποκλῐθέντα , ἀποκλίνωturn offaor part pass masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.